Τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των τελευταίων 29 ετών κατέγραψε πέρσι η Κίνα, καθώς η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, ο εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ και κυρίως η εξασθένηση της εγχώριας κατανάλωσης αφαίρεσαν πόντους από την οικονομική επέκταση της πολυάνθρωπης χώρας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε χθες η κινεζική στατιστική υπηρεσία, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη σημείωσε το 2019 ρυθμό ανάπτυξης 6,1% έναντι 6,6% το 2018. Ο ρυθμός αυτός, αν και πανίσχυρος για τα παγκόσμια στάνταρ, θεωρείται σχετικά χαμηλός για την Κίνα.
Η ασιατική οικονομία έτρεξε στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα με διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης, ενώ το 2007, ένα χρόνο πριν από το παγκόσμιο κραχ, χτύπησε... 14,7%.
Το περσινό 6,1%, αν και ο χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης από το 1990, ήταν πάντως μέσα στο εύρος των προβλέψεων (6%-6,5%) της κινεζικής κυβέρνησης, που στη χθεσινή της σχετική ανακοίνωση παραδέχτηκε ότι η οικονομία αντιμετωπίζει «πτωτικές πιέσεις, πηγές αστάθειας και αυξημένους κινδύνους από το εξωτερικό».
Οι Κινέζοι εξαγωγείς χτυπήθηκαν σημαντικά από τους δασμούς του Τραμπ. Ομως τη μεγαλύτερη ζημιά στην οικονομία προκάλεσαν η εξασθένηση της εγχώριας ζήτησης και η χαμηλότερη κατανάλωση από τα νοικοκυριά. Στριμωγμένα από τον εμπορικό πόλεμο και τις απώλειες θέσεων εργασίας τα τελευταία αυτά μείωσαν τις μεγάλες αγορές τους.
Οι πωλήσεις αυτοκινήτων υποχώρησαν για δεύτερο συνεχόμενο χρόνο κατά 9,6%, ενώ η άνοδος των λιανικών πωλήσεων επιβραδύνθηκε.
Από την άλλη πλευρά η αφρικανική πανώλη που έπληξε την παραγωγή και προσφορά του βασικού είδους κρέατος που καταναλώνεται στην Κίνα, του χοιρινού, εκτόξευσε τις τιμές στα ύψη.
Στη διάρκεια του 2019 το κόστος του χοιρινού αυξήθηκε κατά 42,5% εκτοξεύοντας το συνολικό επίπεδο των τιμών των τροφίμων στο 7%, επίπεδο υπερδιπλάσιο από τον στόχο που είχε η κυβέρνηση (3%).
Στον αντίποδα, παρά τον εμπορικό πόλεμο και τη χαμηλότερη παγκόσμια ζήτηση, οι κινεζικές εξαγωγές κατάφεραν να κλείσουν το 2019 με μικρή άνοδο 0,5%.
Η άνοδος οφειλόταν στην επιτυχημένη προσπάθεια των εξαγωγέων και των βιομηχάνων της Κίνας να πουλήσουν τα προϊόντα τους σε άλλες αγορές εκτός ΗΠΑ. Κατάφεραν έτσι να επιτύχουν διψήφια αύξηση των εξαγωγών τους σε Γαλλία, Καναδά και άλλες οικονομίες.
Το μεγάλο ερώτημα βέβαια είναι η συνέχεια. Οι γνώμες διίστανται. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και κάποιοι αναλυτές του ιδιωτικού τομέα προβλέπουν περαιτέρω επιβράδυνση το 2020 και υποχώρηση της ανάπτυξης κάτω από το 6%.
Αντίθετα κάποιοι άλλοι εκτιμούν ότι η οικονομία θα αντέξει υποβοηθούμενη και από την προκαταρκτική εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ που υπογράφτηκε νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα. Θεωρούν ότι η συμφωνία αυτή θα έχει θετικές επιπτώσεις στις κινεζικές εξαγωγές και θα ενισχύσει το οικονομικό κλίμα και την εμπιστοσύνη στο εσωτερικό της Κίνας.
Η κινεζική κυβέρνηση από την πλευρά της έχει βασικό στόχο της εδώ και κάποια χρόνια την επίτευξη μιας χαμηλότερης αλλά περισσότερο διαχειρίσιμης και αδιάκοπης οικονομικής ανάπτυξης. Η διαμάχη της με την Ουάσινγκτον την υποχρέωσε σε αύξηση των δημοσίων δαπανών και λήψη μέτρων για τη στήριξη της ανάπτυξης.
Παράλληλα η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας χαμήλωσε επανειλημμένα τα μαξιλάρια των αποθεματικών που οφείλουν να διακρατούν οι τράπεζες και τα κόστη δανεισμού σε μια προσπάθεια να αυξηθεί ο δανεισμός προς τις επιχειρήσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας και τον νέο πλούτο της Κίνας. Κάποια τελευταία στοιχεία είναι ενθαρρυντικά.
Η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε τον Δεκέμβριο κατά 6,9% με τον ισχυρότερο ρυθμό των τελευταίων 9 μηνών, οι λιανικές πωλήσεις κατά 8% ενώ οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 5,4% στο σύνολο του 2019.
Από την άλλη πλευρά κάποιες ενδείξεις παγώματος της εγχώριας αγοράς στέγης και χαμηλότερων επενδύσεων στις υποδομές τροφοδοτούν ανησυχίες για την εγχώρια δυναμική της οικονομίας.
Πηγή: efsyn.gr