Της Ελευθερίας Κούρταλη
Στο 4,1% διατηρεί την εκτίμησή της για την ανάπτυξη της Ελλάδας φέτος η Citigroup, καθώς και στο 6,5% για το 2022, το οποίο και είναι το υψηλότερο επίπεδο στην ευρωζώνη, αλλά και μεταξύ των αναπτυγμένων οικονομιών, μαζί με αυτό της Πορτογαλίας. Αρκετά ισχυρή αναμένεται ότι θα διατηρηθεί η πορεία της ελληνικής οικονομίας και την τριετία 2023-2025, με τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ να κινούνται στο 3,9%, 3,4% και 3,3% αντίστοιχα.
Η αμερικανική τράπεζα επαναλαμβάνει στην έκθεσή της για τις παγκόσμιες προοπτικές, ότι παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία έχει σημαντική εξάρτηση από τον τουριστικό τομέα, η μείωση του ΑΕΠ το 2020 ήταν σε μεγάλο βαθμό παρόμοια με την υπόλοιπη Ευρώπη λόγω της ανθεκτικότητας της εγχώριας ζήτηση. Η επιστροφή των τουριστών αναμένεται να στηρίξει το ΑΕΠ στο β’ εξάμηνο του 2021, ενώ οι άφθονοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Σε ό,τι αφορά το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης, η Citi σημειώνει για μία ακόμη φορά πως διαθέτει το μεγαλύτερο ποσό πόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη, στο 16% του ΑΕΠ, τα επόμενα 6 χρόνια (εκ των οποίων σχεδόν το 10% σε επιχορηγήσεις). Οι επιχορηγήσεις προορίζονται για τη χρηματοδότηση δημόσιων επενδυτικών έργων και αφορούν κυρίως την ανάπτυξη του συστήματος μεταφορών, την ανακαίνιση κτιρίων και την παροχή υποστήριξης στις βιομηχανίες τουρισμού και πολιτιστικών υπηρεσιών που χτυπήθηκαν από την Covid. Τα δάνεια θα διατεθούν για τη συγχρηματοδότηση ιδιωτικών επενδύσεων, προσθέτοντας επομένως στο ακαθάριστο δημόσιο χρέος αλλά πιθανώς όχι στο καθαρό χρέος.
Βασικός στόχος του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης είναι η ισχυρή εκκίνηση των επενδύσεων (τόσο των εγχώριων όσο και των ξένων), μετά από μια δεκαετία υποαπόδοσης, και η βελτίωση του συνολικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με το μεγαλύτερο μέρος των μεταρρυθμίσεων να επικεντρώνεται στην απλούστευση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και στην αδειοδότηση, καθώς και σε τρόπους βελτίωσης της διευκόλυνσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Η Citi συνεχίζει να εκτιμά πως το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης έχει καλές πιθανότητες να πετύχει στους κύριους στόχους του. Η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι σημαντική, όπως αναφέρει, με την Τράπεζα της Ελλάδος να υπολογίζει σωρευτική αύξηση περίπου 7% έως το 2026, δηλαδή σχεδόν 1,5% υψηλότερη αύξηση του ΑΕΠ ετησίως. Λαμβάνοντας υπόψη την παρατεταμένη περίοδο υποεπενδύσεων στην Ελλάδα αλλά και το εύρος των μεταρρυθμίσεων, υπάρχει μεγάλο περιθώριο για επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα, όπως επισημαίνει η αμερικανική τράπεζα.
Σε ό,τι αφορά άλλα οικονομικά μεγέθη, η Citi εκτιμά πως το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Ελλάδας θα συνεχίσει να είναι ελλειμματικό έως και το 2023, με το έλλειμμα φέτος να διαμορφώνεται στο 8,1%, το 2022 στο 4,4% και το 2023 στο 1,9%, ενώ το 2024 θα εμφανίσει πλεόνασμα 0,3% και το 2025 2,3%. Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα παραμείνει και φέτος άνω του 200% και στο 210%, το 2022 θα υποχωρήσει στο 200%, ενώ το 2023-2025 θα συνεχιστεί η αποκλιμάκωση φτάνοντας στο 1,71%.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των ελληνικών ομολόγων (10ετή), η Citi εκτιμά πως φέτος θα κινηθούν στο 0,92% σε μέσο όρο, ενώ το διάστημα 2022-2025 θα κινηθούν άνω του 1%. Ανάλογες αυξήσεις αναμένονται και στις αποδόσεις των ομολόγων της υπόλοιπης ευρωζώνης, με το γερμανικό bund να γυρνά σε θετικά επίπεδα από το 2023. Η αμερικάνικη τράπεζα πάντως δεν βλέπει συνέχιση του αρνητικού spread μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, δηλαδή ότι οι ελληνικές αποδόσεις θα συνεχίσουν να κινούνται χαμηλότερα από τις ιταλικές. Όπως επισημαίνει, τα ελληνικά ομόλογα μπορεί να είναι πιο ευαίσθητα σε ένα tapering του PEPP λόγω της μη επιλεξιμότητάς τους στο "κλασσικό" QE, και θα μπορούσαν να υποαποδώσουν έναντι των ιταλικών ομολόγων τους επόμενους μήνες.
ΠΗΓΗ: capital.gr